Η προσέλκυση υψηλά εξειδικευμένων υπηκόων τρίτων χωρών στην ΕΕ με στόχο αφενός την ενίσχυση της καινοτόμου οικονομίας και αφετέρου τη στήριξη της νόμιμης μετανάστευσης, αλλά και της αντιμετώπισης των κινδύνων της παράτυπης, έχει βρεθεί στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής ατζέντας.

Τον Οκτώβριο του 1999, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Tampere της Φινλανδίας, τέθηκε, στο πλαίσιο της ανάγκης για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης, η συζήτηση για τη διαμόρφωση μιας δυναμικής πολιτικής ενσωμάτωσης υπηκόων τρίτων χωρών, οι οποίοι μπορούν να αποτελέσουν αρωγούς της ευρωπαϊκής πρωτοπορίας και οικονομίας της γνώσης.
Κατά αναλογία, λοιπόν, του συστήματος χορήγησης πράσινης κάρτας με σκοπό την απασχόληση στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, υιοθετήθηκε στις 25 Μαΐου του 2009 η Οδηγία 2009/50/ΕΚ σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών, με σκοπό την απασχόληση υψηλής ειδίκευσης.

Ανοίγοντας τον δρόμο για την εξεύρεση ταλέντων μέσω της δημιουργίας της «μπλε κάρτας», η ΕΕ στοχεύει στο να στηρίξει την ισχύ της ως διεθνής εταίρος στην παγκόσμια αγορά, χωρίς παράλληλα να «θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να καθορίζουν τον όγκο των εισερχομένων υπηκόων τρίτων χωρών, προερχομένων από τρίτες χώρες, στο έδαφός τους με σκοπό την αναζήτηση μισθωτής ή μη μισθωτής εργασίας» (άρθρο 79, παρ.5 της ΣΛΕΕ). Ο Έλληνας νομοθέτης ενσωμάτωσε την Οδηγία αυτή αρχικά με το Ν. 4071/2012
(ΦΕΚ Α’ 85), ενώ σήμερα το ισχύον θεσμικό πλαίσιο για την εισδοχή υπηκόων τρίτων χωρών για απασχόληση υψηλής ειδίκευσης ανευρίσκεται στο Ν. 4251/2014, όπως ισχύει, «Κώδικας Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης και λοιπές διατάξεις» (ΦΕΚ Α΄ 80/1-4-2014).

O εργοδότης που επιθυμεί να προσλάβει υπήκοο τρίτης χώρας για εργασία υψηλής ειδίκευσης θα πρέπει, αφού λάβει υπόψη του την ΚΥΑ αναφορικά με τον καθορισμό ανώτατου αριθμού αδειών διαμονής για εργασία ανά περιφέρεια, να καταθέσει αίτηση στην αρμόδια υπηρεσία στην οποία θα αναφέρονται τα στοιχεία και η ιθαγένεια των υπηκόων τρίτων χωρών, το χρονικό διάστημα της απασχόλησης και η ειδικότητά τους.

Καθόσον η χορήγηση κάθε προβλεπόμενης άδειας διαμονής απαιτεί έναν ειδικό λόγο και σκοπό παρουσίας στην ελληνική επικράτεια, κρίσιμη είναι η συγκέντρωση στον υπήκοο τρίτης χώρας των χαρακτηριστικών του εργαζομένου υψηλής ειδίκευσης, προκειμένου να μην απορριφθεί η εν λόγω αίτηση.

Μολονότι δεν υπάρχει ακριβής ορισμός στον Νόμο, γίνεται δεκτό πως, προκειμένου ο υπήκοος τρίτης χώρας να αναπτύξει μια οικονομική δραστηριότητα που απαιτεί υψηλή ειδίκευση, πρέπει να διαθέτει προσόντα, τα οποία πιστοποιούνται με αποδεικτικά τίτλων σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που διήρκεσαν τουλάχιστον τρία χρόνια, ενώ εναλλακτικά επιτρέπεται να ληφθεί υπόψη και η επαγγελματική εμπειρία, η οποία απαιτείται να είναι τουλάχιστον πέντε έτη πραγματικής και νόμιμης άσκησης.

Προκειμένου βέβαια να καθιερωθεί πιο δυναμικά η «μπλε κάρτα της ΕΕ» στις πολιτικές εισδοχής της Ελλάδας, σκόπιμη θα ήταν μια νομοθετική πρωτοβουλία η οποία θα καθόριζε με περισσότερη σαφήνεια τον ορισμό του εργαζομένου υψηλής ειδίκευσης.

Η περαιτέρω καθιέρωση αυτού του ευνοϊκού πλαισίου ταχείας έκδοσης άδειας διαμονής, το οποίο προβλέπει ίση μεταχείριση των προς απασχόληση υπηκόων τρίτων χωρών με τους ημεδαπούς πολίτες αναφορικά με τις συνθήκες εργασίας, τις διατάξεις σχετικά με τους κλάδους κοινωνικής ασφάλειας, την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι, καθώς και ως προς την άσκηση δικαιώματος οικογενειακής επανένωσης, θα μπορούσε να καταστεί ακόμα πιο ελκυστική αν προέβλεπε τη διευκόλυνση χορήγησης δικαιώματος στη μπλε κάρτα σε δικαιούχους διεθνούς προστασίας από τρίτες χώρες, οι οποίοι διαθέτουν υψηλά επαγγελματικά προσόντα και επιθυμούν να αποκτήσουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας.